fbpx

Δημήτρης Φραγκάκης: «Σηκώνονταν όλοι από παντού να με χειροκροτήσουν. Ποιον, εμένα!»

Η αυθεντική περιγραφή του Χιώτη μαραθωνοδρόμου, από τον ultra trail αγώνα 168 χλμ. στην Κροατία

Δημήτρης Φραγκάκης

43 ώρες, 7 λεπτά, 47 δευτερόλεπτα. 261ος σε 287 τερματίσαντες. Ο δρομέας του Chiosrunning περιγράφει αβίαστα όσα θυμάται και έζησε στον ορεινό αγώνα των 168 χλμ., «Istria 100», που διεξήχθη στην Κροατία 5-7 Απριλίου 2024.

Αγώνας 168 χλμ., και ναι, βρίσκομαι στην εκκίνηση. Εχουν έρθει και οι φίλοι μου, μαζί με την Παρασκευή μου, να μου δώσουν κουράγιο. Γύρω μου χαρούμενα πρόσωπα βγάζουν τις απαραίτητες φωτογραφίες.

Να και ένας ξυπόλητος. Θα τολμήσει να κάνει όλη τη διαδρομή χωρίς παπούτσια. Κάθε άνθρωπος εκεί δίνει τον δικό του αγώνα και στέκεται εκεί για τους δικούς του λόγους. Ετσι και αυτός ο απίθανος τύπος.

Βλέπω ξανά τα πράγματά μου και αν έχω πάρει όλα όσα χρειάζομαι στο γιλέκο μου. Είναι τόσο βαρύ, που όταν το βάζω στην πλάτη μου μου κόβει τα πόδια.

Στέκομαι στην εκκίνηση, κάνω τον σταυρό μου και ευχαριστώ τον Θεό που τα κατάφερα να βρίσκομαι εδώ. Δίνεται η εκκίνηση. Τριακόσια και πλέον άτομα ξεχνιούνται χαρούμενα, ζώντας αυτές τις ωραίες στιγμές.

Istria 100

Μετά από λίγο μπαίνουμε στο μονοπάτι. Πολύς κόσμος μπροστά, κόβοντάς μας τη φόρα. Σιγά σιγά, μετά από λίγο, μπαίνουμε σε πιο ανοιχτό χωματόδρομο και είμαστε όλοι πιο άνετα.

Πλέον πλησιάζουν τα πρώτα 15 χλμ. Μπαίνω σε ένα χωριό με λιμανάκι και βαρκούλες, και με τις οικογένειες να πηγαίνουν τη βόλτα τους. Μετά από λίγο, ο πρώτος σταθμός ανεφοδιασμού. Και ναι, με περιμένουν εκεί οι φίλοι μου με την Παρασκευή μου. Θέλω να με δουν και να μου δώσουν κουράγιο. Τους βλέπω και τα χαμόγελά τους μου δίνουν δύναμη και ενέργεια. Κάνω τον απαραίτητο ανεφοδιασμό και φυσικά πέφτω με τα μούτρα στο φαγητό. Τους αποχαιρετώ όλους και φεύγω από εκεί πέρα. Θα είμαι για τις δύο επόμενες ημέρες μόνος μου.

Μπαίνοντας σε έναν χωματόδρομο του χωριού, αρχίζω και ανεβαίνω. Περνώ τα σπίτια δεξιά μου. Ο κόσμος μαζεμένος. Μια ήρεμη, απαλή μουσική και ένα ζευγάρι νεόνυμφοι ζουν τη μεγαλύτερη στιγμή της ζωής τους. Χαίρομαι που την ωραιότερη στιγμή του ζευγαριού πέρασα από εκεί και τους ευχήθηκα από μέσα μου να ζήσουν και να ευτυχήσουν.

Δημήτρης Φραγκάκης

Εχει αρχίσει να βραδιάζει πλέον. Οσο έπινα νερό, μου ερχόταν μια γεύση χλωρίου. Και όλο αυτό μόνο ευχάριστο δεν μου ήταν. Μετά από λίγο, στομαχικές διαταραχές. Μου κόβονται τα πόδια και το χαμόγελο. Δεν νιώθω πλέον καθόλου καλά και προσπαθώ να βρω τρόπο να ξεγελάσω τον εαυτό μου, ότι όλα καλά θα πάνε.

Σκέψεις πολλές και έρχεται μια σκέψη να σταματήσω και απευθείας έρχεται η επόμενη, δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσω ό,τι και να γίνει. Και να λέω μέσα μου, αύριο τέτοια ώρα θα είσαι καλά. Τόσο αγώνα έκανες και κάθεσαι και κλαίγεσαι που συνέβη αυτό. Ρε σκάσε και τρέχα. Προφανώς μπορεί να μην είχε τίποτα το νερό και να μην ήμουν συνηθισμένος με το χλώριο στο νερό, ίσως για αυτό το έπαθα.

Εχει πάει πλέον ξημερώματα. Ολη αυτή η εξάντληση που είχα, και με όλο αυτό που συνέβαινε, άρχισα να νυστάζω. Πάλευα να μείνω ξύπνιος. Ορθιος, περπατώντας πλέον σε ένα ομιχλώδες βουνό, χάνω τα σημάδια και βρίσκομαι σε άλλο μονοπάτι.

Προσπαθούσα να προσανατολιστώ. Αρκετά μακριά πίσω μου έβλεπα φακούς να ανεβαίνουν. Λέω να γυρίσω πίσω να βρω τον δρόμο και ξαφνικά μπροστά μου βλέπω έναν τύπο που και εκείνος έχασε το μονοπάτι. Ο φακός μου πέφτει πάνω στα πόδια του και είναι ο ξυπόλητος, μέσα στο βουνό χοροπηδώντας πάνω στις πέτρες. Καμιά φορά στη ζωή κάποια πράγματα σου φαίνονται αστεία, αλλά εκείνη τη στιγμή αυτός ο τύπος με προσανατόλισε και μου έδειξε τον δρόμο. Από κάτι τέτοιους ανθρώπους μαθαίνουμε πολλά, κατευθύνοντάς μας στον σωστό δρόμο.

Δημήτρης Φραγκάκης

Αρχίζει να ξημερώνει. Αυτή η μυρωδιά της φύσης όταν ξυπνάει, μου αλλάζει τη διάθεση. Σιγά σιγά αισθάνομαι καλύτερα. Συντροφιά είχα το ρολόι και τον χρόνο. Λέω 12 η ώρα, ξεκινούν τον αγώνα τους οι φίλοι με την Παρασκευή μου. Θα το σκέφτομαι και θα είμαστε νοερά μαζί. Πρωινές ώρες πλέον και σε έναν σταθμό γύρω στο 64ο χλμ. πίνω λίγο τσάι, πίνω νερό και ρωτάω πού είναι ο επόμενος ανεφοδιασμός.

Μου λένε στο 81ο. Βαριέμαι να γεμίσω με νερό, λέω θα με φτάσει, αλλά δεν υπολόγισα τον ήλιο που θα έχει και την πάτησα. Πώς τα κατάφερα να κάνω τέτοιο λάθος. Για 10 και πλέον χιλιόμετρα πήγαινα χωρίς νερό και ήταν μαρτυρικό μέχρι να φτάσω στον επόμενο σταθμό, αλλά καλά να πάθω. Από δικό μου λάθος το δημιούργησα όλο αυτό. Φτάνω τελικά στο χωριό και στον σταθμό γεμίζω το σακίδιό μου με νερό.


 
 

Στόχος μου ο επόμενος σταθμός, όπου εκεί μπορώ να κάνω μπάνιο και θα έχουμε φαγητό μαγειρεμένο. Φτάνουμε στο 103ο χλμ. Μεγάλη χαρά. Μου λένε έχεις πέντε φαγητά και διαλέγεις. Εγώ περίμενα ότι θα έχει τίποτα μπριζόλες. Αντί αυτού, ένα πιατάκι από τα άσπρα του πανηγυριού τα μικρά, με πατάτες βραστές με λίγο σπανάκι από πάνω, που σαν δυόσμος μου φαινόταν. Απογοήτευση μεγάλη. Πάω να κάνω μπάνιο. Λέω θα κάνω τίποτα ζεστό μπάνιο και βλέπω μια βάνα που είχε για ντουζιέρα μια σωλήνα της μίας ίντσας. Μπήκα από κάτω και στρίγγλιζα. Αλλά όσο έκανα μπάνιο με παγωμένο νερό άρχισαν να ηρεμούν οι πόνοι στην πλάτη, στα πόδια και στα χέρια. Αλλαξε η διάθεση, έβαλα καθαρά ρούχα και συνέχισα με άλλη ψυχολογία.

Φτάνει πλέον 6 το απόγευμα και παίρνω τηλέφωνο την Παρασκευή και μου λέει είμαι καλά και συνεχίζω, τα άλλα παιδιά τερμάτισαν. Πλέον αρχίζω και είμαι καλά και έχω προσαρμοστεί πλήρως με το νερό. Οταν μου έστειλε μήνυμα στις 10 το βράδυ ότι τερμάτισε και είναι καλά, μου έφυγε όλο το άγχος. Πόσο υπερήφανο με κάνει κάθε φορά σε τόσα πράγματα της καθημερινότητάς μας. Ακόμα και σε αυτό που είναι έξω από τα δικά της νερά, τα καταφέρνει εξαίσια.

Πλέον έχει βραδιάσει για τα καλά. Τα μάτια μου έκλειναν. Δεν άντεχα πλέον τόση αϋπνία και σε ένα σημείο ανεφοδιασμού σκέφτομαι το αλάτι. Ρωτάω αν έχουν και αρχίζω να το αδειάζω μέσα στο στόμα μου χωρίς να το καταπιώ. Το αφήνω να λιώνει σιγά σιγά και με τσίταρε. Βλέπω και λεμόνια, τα έτρωγα σαν πορτοκάλια.

Και ναι, πέτυχε όλο αυτό. Πήρα και μαζί μου αλάτι και συνέχισα για τις δύο επόμενες ώρες. Αλλά στην πορεία η αϋπνία μού παίζει περίεργα παιχνίδια. Κοιμόμουν όρθιος και περπατούσα. Κάποια στιγμή με περνάει κάποιος. Προσπαθώ να ακολουθήσω. Μου μιλάει, είναι ένας Κροάτης, ο Νίκολιτς, που έτρεχε 110 χλμ., βοηθώντας με αρκετά, γιατί εγώ νύσταζα και έχανα τον προσανατολισμό μου. Ανηφόρα, κατηφόρα, μπαίναμε σε χωριά, βγαίναμε από χωριά, μπαίναμε σε χωράφια, βγαίναμε από χωράφια, μπαίναμε σε ποταμούς, βγαίναμε από τους ποταμούς, κάνοντας ακροβατικά πάνω στις πέτρες για να μην πέσουμε μέσα.

Δημήτρης Φραγκάκης

Και φτάνουμε στις πρώτες πρωινές ώρες. 160 χλμ. Λίγο ακόμα έμεινε. Είμαι και στον τελευταίο σταθμό. Ετσι νόμιζα. Τρώω και πίνω στα γρήγορα και συνεχίζω. Παίρνω τηλέφωνο την Παρασκευή, τερματίζω της λέω. Ακούω τη φωνή του Γιάννη, μου λέει, «καλά, πέρασες τον τελευταίο σταθμό;», «ναι» του λέω, «και πώς δεν σε είδαμε;». Εγώ μέσα στη νύστα μου έχανα τον προσανατολισμό μου και έκανα λάθη, ξαναγύρισα πίσω να βρω το σημείο και όλο αυτό με είχε κάνει να κάνω παραπάνω χιλιόμετρα. Μετά από λίγο τους βλέπω.

Χαρά μεγάλη. Δεν περιγράφεται. Ναι, όλο αυτό τελειώνει. Είναι εδώ οι φίλοι με τη γυναίκα μου. Χαχα, έλα όμως που δεν ήταν έτσι. 14 χλμ. μου λένε έμειναν. Τι, λέω, αφού έχω τώρα 162,5 χλμ. Καλημέρα, καλησπέρα, καληνύχτα σκέφτομαι. «Ελα», μου λέει η Παρασκευή, «όλο κατηφόρα είναι», εγώ την κατηφόρα αυτήν τη στιγμή τη βλέπω ανηφόρα του Ολύμπου, της λέω. Είναι και μια παρέα πέντε άτομα Κροάτες που τις δύο προηγούμενες μέρες και νύχτες πότε με προσπερνούσαν αυτοί και πότε εγώ, ανταλλάσσοντας συγχαρητήρια ο ένας στον άλλον, και το ταξίδι συνεχίζεται, θα σας δω στον τερματισμό.

Μπαίνω στα χωράφια, προσπαθώ να τρέξω, αλλά μάταια. Αλλά κάνω γρήγορα βήματα. Με περνούν πάλι οι Κροάτες και μετά από λίγο με πιάνει ζαλάδα και άρχισα να έχω μια στενοχώρια. Και λέω, έχε χάρη τώρα που όλοι σε περιμένουν στον τερματισμό, μην πέσεις κάτω. Προσπαθώ να μείνω κοντά τους, ανοίγω το βήμα μου, ώστε και να πάθω κάτι, να είμαι κοντά σε κάποιον να με δει. Μετά από λίγο κάποιος από την παρέα σταματάει και σταματούν όλοι.

Προσπερνώ, παίρνω βαθιές ανάσες πλέον, και συνεχίζοντας καμιά ώρα όλο αυτό, αρχίζω να νιώθω καλά. Μετά από λίγο ακούω ποδοβολητά πίσω μου και κάποιους να τρέχουν με ταχύτητα, να μου φωνάζουν συγχαρητήρια και να με περνούν σαν σταματημένο, ατσαλάκωτοι, με καθαρά ρούχα, και εγώ να βρωμάω σαν τον χοίρο. Λέω τι στο καλό. Μετά από λίγο κατάλαβα ότι ήταν από τον αγώνα των 21 χλμ.

Δημήτρης Φραγκάκης

Μπαίνω πλέον στην τελική ευθεία. Μπαίνω στην πόλη. Αρχίζουν όσοι με βλέπουν ότι είμαι από τα 168 χλμ. να με χειροκροτούν. Αλλος να μου λέει είσαι τρελός, άλλος το μυαλό σου είναι στη θέση του, ένας πατέρας με χειροκροτάει και μου λέει χαμογέλα λίγο. Του λέω χαμογελάει η καρδιά μου. Περνούσα από καφετέριες και φαγάδικα και σηκώνονταν όλοι να με χειροκροτήσουν. Ποιον εμένα. Δεν είμαστε καλά. Φωνές παντού και πριν τερματίσω ήταν εκεί όλοι οι φίλοι μου, ο Γιάννης, η Ανθίππη, και η γυναίκα μου, Παρασκευή.

Ανατριχίλα, συγκίνηση, συγκίνηση μεγάλη. Ευχαριστώ έλεγα που τερμάτισα έναν αγώνα ενώ πήγε στραβά από την αρχή, τον έστρωσα και τον έκανα όπως εγώ ήθελα (176,5 χλμ.).

Σκάσε και τρέχα, αύριο θα είναι μια άλλη μέρα. Οσο για τον ξυπόλητο, μετά από λίγο τερμάτισε και αυτός, απίστευτος. Συγχαρητήρια σε όλους τους Ελληνες που βρέθηκαν εκεί.

 

 

Δημοφιλη Αρθρα