Κυρίες και κύριοι δρομείς. Αν υπήρχε ελληνικό Barkley Marathon αυτό θα ήταν ο αγώνας Atromitos Sifnos Ultra! Eίχα την τιμή να είμαι ανάμεσα στους 14 δρομείς που τόλμησαν να τα βάλουν με τη «Σμέρνα» του Χρήστου Μαυρίκιου και να «επιζήσω» ολοκληρώνοντας μερικά από τα 157 χλμ. του αγώνα…
• Γράφει ο Άρης Γαβριελάτος (aris@irunmag.gr)
Πραγματικά, δεν έχω αποφασίσει αν ο αγώνας θα έπρεπε να γίνει πιο… ανθρώπινος και να αλλάξει, ή να μείνει για πάντα ένα μνημείο δυσκολίας από το πουθενά! Ποιος θα το περίμενε ότι στη Σίφνο με τα λοφάκια, θα μπορούσε να στηθεί ένα τέτοιο Ultra σκηνικό!
Για να γίνει κατανοητό, οι διαδρομές ήταν 9 και είχαν κοινό σημείο εκκίνησης τα Φυρόγια. Είχαμε, ουσιαστικά, 27 ώρες να ολοκληρώσουμε τον αγώνα, με τα χρονικά όρια, τις «πόρτες» όπως λέμε, να είναι αμείλικτες και να μην αφήνουν περιθώρια.
Η πρώτη διαδρομή μετρούσε 6 χλμ. και ακολουθούσε η επόμενη των 13 χλμ. και η τρίτη των 22 χλμ. Κάποιες διαδρομές είχαν κοινά χιλιόμετρα, κάτι που μας εξουθένωσε ψυχολογικά. Βέβαια, αν το σκεφτείτε, δεν υπάρχει λογική σε αυτό. Άλλωστε η νύχτα αλλάζει το τοπίο. Το μυαλό όμως και τα μονοπάτια, παίζουν άγρια παιχνίδια, γεμάτα πέτρες, γεμάτα σκέψεις, πάντα απρόβλεπτα.
Έτρεξα με τα καινούρια μου La Sportiva Jackal, που μας διέθεσε για δοκιμή η “Dimitriadis Action Stores“. Το συγκεκριμένο ζευγάρι παπουτσιών για ορεινό τρέξιμο απέδειξε γιατί είναι «τσακάλι» σε αυτά τα εδάφη. Ελάχιστη καταπόνηση στα πέλματά μου και άνεση στην κίνηση του ποδιού. Η πιο φαρδιά γραμμή τους, απαιτεί καλό δέσιμο στα κορδόνια ώστε να κουμπώσουν πάνω στο πόδι. Το γράπωμα στα βράχια και τις πέτρες ήταν ασυναγώνιστο! Περισσότερα θα διαβάσετε στο αναλυτικό review του περιοδικού iRun.
Πίσω στον αγώνα! Σε κάθε διαδρομή, λοιπόν, φτάναμε μέχρι ένα προκαθορισμένο σημείο. Ένας εθελοντής, μας έβαζε ένα χάρτινο βραχιόλι και επιστρέφαμε στα Φυρόγια: τη βάση μας. Η σήμανση ήταν καλή: με κορδέλες, χαρτάκια και ανακλαστικά. Ίσως σε 2-3 σημεία να ήθελε λίγο παραπάνω προσοχή από εμάς και μια-δυο κορδέλες από τη διοργάνωση.
Από τα πιο εντυπωσιακά σημεία ήταν η άνοδος στον Προφήτη Ηλία λίγο πριν νυχτώσει, αλλά και η κάθοδος στις Καμάρες από ένα σημείο που προκαλεί ίλιγγο, τη Μαύρη Σπηλιά. Την… κάθοδο, βέβαια, μετά την ανεβήκαμε, με όση δύναμη μας είχε απομείνει!
Οι πόρτες που προανέφερα, μας οδηγούσαν με ελάχιστα περιθώρια πάνω στα δύο «θηρία»: Τις διαδρομές 5 και 6 που βρίσκονταν στη μέση σαν βουνό. Δύο απανωτά «τέρατα» 30 και 36 χλμ. αντίστοιχα, μετά από περίπου 55 χλμ. μέσα στη νύχτα, στάθηκαν ανυπέρβλητα εμπόδια για μένα. Βασικά για όλους μας.
Να αναφέρω χαρακτηριστικά ότι ο Νίκος Πετρόπουλος, η ήρεμη δύναμη των Ultra, νικητής σε ROUT, Σπαρταθλητής, finisher στο TOR και το UTMB κατάφερε να ολοκληρώσει 5 διαδρομές από τις 9, όπως και ο Χρήστος Τζάνος. Η Φωτεινή Κολόκα με απίθανες αντοχές ολοκλήρωσε 4 διαδρομές, ενώ ο Χρήστος Αγνουσιώτης και ο Λουκάς Πρατίλας μπήκαν στην 5η διαδρομή χωρίς να την ολοκληρώσουν.
Το γεγονός είναι τιμητικό για εμένα που ολοκλήρωσα τρεις και αποφάσισα συνειδητά να μην μπω στην τέταρτη. Για να γίνει ακόμα πιο κατανοητό, αν δεν είστε δρομείς, ο αγώνας ήταν η Ρεάλ Μαδρίτης και εμείς ο Πανερυθραϊκός. Ο αγώνας ήταν το καρπούζι, ήταν και το μαχαίρι. Ήταν η Μόνικα Μπελούτσι (ή ο Μπραντ Πιτ – αν προτιμάτε) και εμείς απλοί θεατές, δεμένοι στο κατάρτι.
Ήταν κάτι τόσο αδυσώπητο, τόσο σκληρό, που το μυαλό μας αμφιβάλλω αν θέλησε να το δαμάσει ποτέ. Όμως, όλη αυτή η ολονυχτία είχε κάτι το μυσταγωγικό. Τρέξαμε λίγοι, «όπως παλιά» διευκρίνισε ένας παλιός των Ultra, ο οποίος μέσα στον αγώνα μου είπε χαρακτηριστικά «Είναι μακελειό, δεν θα μείνει κανείς».
Θα μου πείτε, σε υποχρεώνει κανείς; Όχι! Το όχι είναι μια πλήρης απάντηση αλλά οφείλω να πω δυό πράγματα ακόμα. Ήμασταν εκεί για εκείνες τις στιγμές που το φεγγάρι, κόκκινο από τη σκόνη του νοτιά, δύει και η ώρα είναι 2:30 το πρωί. Ήμασταν εκεί, για τη θέα ψηλά πάνω από τις Καμάρες και για το δροσερό κυκλαδίτικο αεράκι. Ήμασταν εκεί, για να φτάσουμε στον προαύλιο χώρο της «Παναγιάς Τόσο Νερό» όπου όλα φωτίζονταν από 10 κεριά σε ένα μανουάλι. Εξιλεωμένοι από την άθλια καθημερινότητα της πόλης, άυλοι και ταυτόχρονα σκληρά γειωμένοι σε έναν άγριο τόπο.
«Στο τρέξιμο υπάρχουν στιγμές ιερές. Μια από αυτές είναι να ξέρεις πότε να σταματήσεις»
Όμως, αρκετά με τα «ποιητικά», για την ώρα. Η προσπάθεια του συγκεκριμένου αγώνα, που διοργανώθηκε με τη βοήθεια του Δήμου Σίφνου, σχετίζεται με τον περιπατητικό τουρισμό. Μια μορφή ποιοτικού τουρισμού, βιώσιμου, πράσινου, ανθρώπινου και ίσως πιο προσοδοφόρου σε βάθος χρόνου.
Στις συζητήσεις μας την επόμενη μέρα, προτείναμε συγκεκριμένες αλλαγές, τις οποίες η διοργάνωση έλαβε υπόψη της. Το κλίμα, όπως καταλαβαίνετε, ήταν οικογενειακό, χωρίς όμως να επηρεάζει την αξιοθαύμαστη προσπάθεια του ίδιου του Χρήστου Μαυρίκιου και των λίγων συνεργατών του, που μας περιποιήθηκαν στην κυριολεξία πριν από την άφιξή μας και μέχρι να μπούμε στο πλοίο της επιστροφής. Η φιλοξενία τους και η ζεστασιά τους μοναδικές. Παρόμοια συναισθήματα είχαν και οι κολυμβητές των 7 χλμ., του αγώνα που προηγήθηκε νωρίτερα την Παρασκευή.
Το after race party ήταν καταπληκτικό και επειδή οι λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά, ο Χρήστος με το επιτελείο του, είχαν αυτή την ιδιαίτερη ευαισθησία να προσέξουν και να βάλουν ξεχωριστές «πινελιές», πέρα από τις βασικές παροχές ενός αγώνα. Καλό φαγητό, όμορφα έπαθλα, σε ένα παλιό μοναστήρι στα Φυρόγια, που για λίγο ζωντάνεψε από την ωραία παρέα δρομέων, κολυμβητών και διοργανωτών.
Η Σίφνος κρατάει το χρώμα της και είναι στο χέρι και στην τσάπα των Σιφνιών να κρατήσουν ανοιχτά τα μονοπάτια τους και να τους δώσουν ζωή. Δεν χρειάζεται κανείς να τρέξει μέσα στη νύχτα όπως εμείς, ούτε να κάνει 40-50-60 χλμ. Ένα δίκτυο προσεγμένων μονοπατιών είναι βέβαιο ότι αν «επικοινωνηθεί», θα μαζέψει κόσμο που του αρέσει το περπάτημα. Αυτή η απλή, ήπια δραστηριότητα που σε οδηγεί έξω από την πεπατημένη και χαρίζει μοναδικές εικόνες. Αν θέλετε να τρέξετε, φυσικά να το κάνετε!
Σίφνος, Παναγία Τόσο Νερό (φωτ. Γιώργος Κόμης)
Την Κυριακή ξεκίνησα να κάνω τη διαδρομή Πλατύς Γυαλός-Φυκιάδα. Μια βόλτα 11 χλμ. μέχρι μια μαγευτική παραλία που δεν φτάνει αυτοκίνητο. Το μονοπάτι βατό, πέρναγε μέσα από κέδρους και ελιές, από δύο μικρές παραλίες αλλά και από ένα αλλόκοτο κτίριο, πιθανόν παλιό αγγειοπλαστείο. Θα μπορούσε να το περπατήσει ο οποιοσδήποτε και η οποιαδήποτε αρκεί να σηκωθεί, έστω για λίγο, από τα μπαρ, τα καφέ και τις ξαπλώστρες που κατά τ’ άλλα είναι καταπληκτικά. Μήπως όμως και η συλλογή εμπειριών είναι εξίσου καταπληκτική;
Σας πάω λίγο πίσω στο χρόνο. Προς το τέλος του αγώνα μου. Η ώρα είναι 3 το πρωί. Επιστρέφω στα Φυρόγια. Έχω αποφασίσει ότι θα σταματήσω συνειδητά. Ακούω μουσική στο mp3 για εμψύχωση και γύρω μου συνειδητοποιώ ότι το σύμπαν «φτιάχνει» κατάσταση. Κλείνω το φακό, βγάζω τα ακουστικά και κρατάω την αναπνοή μου. Η απόλυτη ησυχία στο απόλυτο σκοτάδι και κάπου στο βάθος η Μήλος και η Κίμωλος. Και από πάνω μου, τα άστρα να παίζουν μια άγρια μουσική. Ήμουν ζωντανός. Άναψα το φακό και έβαλα το ένα πόδι μπροστά από το άλλο…
Διαβάστε ακόμα:
“Εξόρμηση” στη Σίφνο με τον Χρήστο Μαυρίκιο για έναν ξεχωριστό υβριδικό αγώνα!
Τρέχουμε στα νησιά – Μια λατρεμένη εμπειρία!