Ο Atromitos Ultra είναι μια αγαπημένη συνήθεια για διάφορους λόγους. Επειδή είναι μια… τρέλα; Επειδή γίνεται σε ένα χώρο με συγκεκριμένο στόχο και λιγότερα άτομα; Επειδή ο Χρήστος Μαυρίκιος μου πάει σαν τύπος, σαν διοργανωτής; Για όλα αυτά!
Όπως σημείωσε και μια φίλη-δρομέας, τον έχουμε κάνει με όλες τις καιρικές συνθήκες πλέον, με κύριο χαρακτηριστικό τον αέρα.
Εδώ και καιρό δεν με «κυνηγάει» κανείς. Οι αγώνες μου έχουν λιγοστέψει, χωρίς να έχουν λιγοστέψει τα χιλιόμετρα που τρέχω. Βγαίνω να τρέξω για μένα, αν θέλω και όπου θέλω. Δεν έχει να κάνει με κάποια βαθιά ανάγκη φυγής.
«Και καλά, πηγαίνατε πάνω κάτω δυο χιλιόμετρα;» Ναι. Αυτό είναι το στοίχημα, το ταξίδι για τις 6 ώρες που επέλεξα εγώ, τις 12 και τις 24 ώρες που επέλεξαν άλλοι συναθλητές και συναθλήτριες. Καταλαβαίνετε ότι οι 6 ώρες μοιάζουν παιδικός αγώνας μπροστά στα άλλα.
Ο ήλιος «έπιπτε στρέητ θρου» ενώ ο αέρας μας τυραννούσε «κάθε που χάραζε» το βορεινό χιλιόμετρο. Και όμως παλέψαμε στα ίσα! Τώρα που γράφω είμαι με body cream, καμένος σαν αρνί το Πάσχα με πετσούλα, αφού έχω το κακό συνήθειο να τρέχω ημίγυμνος καθώς οι φανέλες με εκνευρίζουν (και δυστυχώς δεν σκέφτηκα να πάρω αντηλιακό).
Αν σας αρέσουν οι προκλήσεις, ο Atromitos Ultra είναι ένας αγώνας για εσάς. Όλη η φάση είναι στο μυαλό. Οφείλεις να έχεις προετοιμαστεί, ιδανικά να έχεις δική σου τροφοδοσία ή support, αν και η διοργάνωση έχει προνοήσει και υπάρχει κιόσκι που παρέχει νερό και άλλα υγρά, τζελάκια και φαγητό. Όσο περνούν οι ώρες νιώθεις τους εθελοντές σαν δικούς σου ανθρώπους και θέλω να τους ευχαριστήσω και εδώ, γραπτώς.
Η ευεξία και η έκσταση του αγώνα, το runners high που λένε, με χτύπησε για τα καλά και ευχαριστούσα τους πάντες, μέχρι και τον DJ που έβαλε Nirvana!
Καθότι είναι ένας ροκ αγώνας, τα μεγάφωνα έπαιζαν ροκ. Πιστέψτε με, έχεις την ανάγκη φτάνοντας στο τέρμα και ξαναξεκινώντας για… βόρεια, να σε μπουστάρει η μουσική! Welcome to the jungle, Summer of 69 και άλλα.
Φτάνω στον τάπητα που ορίζει την αναστροφή. Η Άντζελα αναρωτιέται «να δω τι θα γράψεις φέτος» ενώ ακούγονται οι AC/DC από το κινητό της. Σε κάθε στροφή είμαι όλο και πιο κουρασμένος.
Το μυαλό ψάχνει κάπου να πιαστεί μετά τις 2,5 ώρες. Από την ταμπέλα με το «P», τον επόμενο θάμνο, τα πουλιά στο κωπηλατοδρόμιο, τα βουνά του Μαραθώνα και τις ταμπέλες των κωπηλατών με τα μέτρα «1750μ.» – «1250μ.».
Αναζητάς ένα νεύμα, μια κουβέντα από τις συναθλήτριες και τους συναθλητές. Πάντως, ειδικά τα κορίτσια, βρίσκω εντυπωσιακό το πόσο αψεγάδιαστα δείχνουν μετά από 4-5 ώρες τρεξίματος! Παρατηρείς λεπτομέρειες του κάθε δρομέα: ποιος έχει τρίχες στα πόδια, ποιος έχει λιωμένα παπούτσια, τον ηλικιωμένο κύριο με την ελληνική σημαία, το ντούκι που επί 6 ώρες πήγαινε σαν τρελός, τις παρέες που συζητούν όσο τρέχουν.
Φτάνοντας στην κερκίδα όπου βρισκόταν η αψίδα τερματισμού, τα πράγματά μας και οι τροφοδοσίες, επέστρεφες για λίγο στην πραγματικότητα και την ανθρώπινη υπόσταση. Φανταστείτε αν το λέω εγώ αυτό, που έτρεξα 6 ώρες, τι ακριβώς συμβαίνει στους υπόλοιπους φοβερούς ουλτράδες των 12 και των 24 ωρών!
Ακούς φωνές, παίρνεις κουράγιο, πίνεις νερό. Ακόμα και η στροφή στην πλατεία πονάει, τα πόδια κλειδώνουν. Ο ήλιος ήταν ανελέητος! Έπινα νερό συνεχώς αλλά και πάλι κάθε 1,2 χλμ. ένιωθα τη γλώσσα μου σαν τσαρούχι.
Για καλή μου τύχη, το περιοδικό «iRun» μου είχε εξασφαλίσει να δοκιμάσω σε «σκληρές» συνθήκες τα Saucony Triumph 21. Ένα «στιβαρό» παπούτσι, με αντικραδασμική σόλα, κατάλληλο για τέτοιους αγώνες και για δρομείς με λίγα κιλά πάνω από το μέσο όρο.
Θεωρώ ότι έπαιξαν ρόλο στο ότι δεν είχα κανένα πόνο σε γόνατα και μέση, καμιά ενόχληση στα χαμηλά μέρη των ποδιών, πέλματα, νύχια κ.λπ. Απροβλημάτιστα αθλητικά παπούτσια που μπορείς να εμπιστευθείς!
Χωρίς σοβαρή προετοιμασία έφτασα τα 51.2 χλμ. στις 6 ώρες. Ο στόχος μου ήταν τα 50 χλμ. οπότε…triumph!
Θυμήθηκα πόσο όμορφο είναι να σε περιμένει κάποιος δικός σου στον τερματισμό, στα τελευταία χιλιόμετρα. Ειδικά αν είναι επίσης δρομείς, ακόμα και ταπεινά 5αράκια αν κάνουν, μπορούν να καταλάβουν τον κόπο, την ομορφιά της προσπάθειας και τη μικρή δικαίωση στον τερματισμό.
Αυτό το πήγαινέλα έχει μια παράδοξη αστειότητα. Βλέπεις ξανά και ξανά, τον πρώτο και τον τελευταίο. Βλέπεις τους πάντες και πώς αλλάζουν όσο οι ώρες περνάνε. Βλέπεις κυρίως εσένα και τα εσώτερα του εαυτού σου γιατί ουσιαστικά δεν έχεις να ξεπεράσεις κανέναν, αν και τυπικά υπάρχει ανταγωνισμός.
Στην καθημερινότητα αδυνατούμε να δούμε το προσωπικό μας μεγαλείο και ταυτόχρονα την μικρότητά μας. Στους αγώνες, έστω για εμάς τους ερασιτέχνες, αυτό ξεδιπλώνεται και αποτελεί μια ήπια επιστροφή στον εαυτό μας, παρά τη δυσκολία του εγχειρήματος.
Επιζητούμε, λοιπόν, αυτό το μετάλλιο, τις φωτογραφίες με ένα θολό, κουρασμένο χαμόγελο και ηλιοκαμένο δέρμα, μια αγκαλιά στον τερματισμό που μας θυμίζει πως κάποτε ζήσαμε εξαίσια φεγγάρια! (καλά… ίσως και καμιά μπύρα).
Η συγκεκριμένη «ζεν» διοργάνωση μας δίνει το δρόμο, και εμείς τον τρέχουμε! Σκεφτείτε το. Μήπως πρέπει να γίνετε «Ατρόμητοι» του χρόνου;
• Φωτογραφίες: Dimitris Pantazopoulos