Είχε πρόσφατα τερματίσει τον πρώτο της υπερμαραθώνιο βουνού 100 χιλιομέτρων, με 5600μ. υψομετρικής και μάλιστα, κερδίζοντας επάξια την 3η θέση των γυναικών! «Τι άλλο να ζητήσω απ’ τη ζωή μου εκείνη τη στιγμή;» μας είπε. «Αν αυτό δεν ονομάζεται ολοκλήρωση και ευτυχία για τους κόπους μου, τότε τι;».
Αφήνουμε την καλή φίλη του περιοδικού, Ειρήνη Μαυρίκου, να μας περιγράψει την εμπειρία της ζωής της, μέσα στα εκατό χιλιόμετρα του 2ου Ultra Ursa Trail…
Όταν μου προτάθηκε να περιγράψω την εμπειρία μου απ’ τον πρώτο μου υπερμαραθώνιο αγώνα βουνού, η πρώτη σκέψη μου ήταν: Τέλεια! Θα καθίσω να σκεφτώ, θ’ αναπολήσω και θα γυρίσω πάλι πίσω, εκεί στο πανέμορφο Μέτσοβο, στις 31 Αυγούστου, και θα προσπαθήσω ν’ αποτυπώσω όλα αυτά που έζησα εκείνη την υπέροχη μέρα…
• Γράφει η Ειρήνη Μαυρίκου
Πολλές φορές για μένα, ένας αγώνας είναι και όλο το «ταξίδι» μέχρι να φτάσω στη γραμμή εκκίνησης, οι προπονήσεις, αυτά που «αγοράζω» κάθε φορά που συνομιλώ με συναθλητές μου πιο έμπειρους… Πόσω μάλλον αυτήν τη φορά που το εγχείρημα θα ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα. Πρώτη προσπάθεια για πάνω από 45 χιλιόμετρα. Όταν το είπα σε πολλούς φίλους μου –ότι γράφτηκα στο 100άρι του Μετσόβου– η πρώτη αντίδραση των περισσότερων ήταν: Ωχ!!! Απ’ τα 45 στα 100; Δύσκολο. Κι ως γνωστόν πλέον, όταν ακούω τη λέξη ΔΥΣΚΟΛΟ μεταφράζεται στο μυαλό μου σε: ΚΑΝ’ ΤΟ! Δεν είχα καταφέρει να τρέξω στο Ζαγόρι στα 45 όπως ήθελα, λόγω του τραυματισμού μου μια βδομάδα πριν τον αγώνα τότε, παρ’ όλη την καλή μου προετοιμασία, αν και είχα βάλει στο μυαλό μου ότι θα θεωρήσω το Ζαγόρι ως το μεγάλο μου Long Run πριν το Μέτσοβο…
Έτσι, από 5 Αυγούστου που ήμουν εντελώς καλά απ’ τον τραυματισμό μου, μέχρι και 25 Αυγούστου που έκανα την τελευταία μου προπόνηση πριν το Μέτσοβο, πέρασα 20 μέρες τρελής προπόνησης όσον αφορά τον χιλιομετρικό όγκο για τα δικά μου δεδομένα με ποιοτικές προπονήσεις διαλειμματικές και tempo runs. Κατάφερα να γράψω σε 20 μέρες 260 προπονητικά χιλιόμετρα και με ένα ηθικό ανεβασμένο όσο έβλεπα την απόδοσή μου στους καθημερινούς μου κόπους.
Στις 31 Αυγούστου στις 5 π.μ. νομίζω ότι ένιωθα ένα μείγμα συναισθημάτων χαράς, ανυπομονησίας, φόβου για το άγνωστο των 100 χιλιομέτρων (θα τα καταφέρω;), περιέργειας και φουσκώματος στο στομάχι απ’ την τεράστια ποσότητα μακαρονιών που είχα φάει τις προηγούμενες μέρες. Άλλωστε, μου είχε πει ο φίλος μου ο Βαγγέλης: «Ειρήνη πρέπει να σκάσεις απ’ τα μακαρόνια, δεν βγαίνουν 100 χιλιόμετρα χωρίς φαΐ». Ακολούθησα τη συμβουλή του και τον ευχαριστώ!
Το σακίδιο έτοιμο με όλο τον εξοπλισμό, ο φακός στο κεφάλι και 5:00 π.μ. ο υπέροχος Νίκος Καλοφύρης μας δίνει εκκίνηση για ένα συναρπαστικό ταξίδι στα βουνά της Πίνδου. 160 αθλητές ξεκινήσαμε μεσ’ το σκοτάδι… Καθώς μπαίναμε στο πρώτο μονοπάτι γύρω στα 2 χιλιόμετρα μετά το Μέτσοβο, ακούγονταν τσοπανόσκυλα από παντού, όχι κοντά μας αλλά μέσα στη νύχτα όλοι οι ήχοι μεγεθύνονται στο μυαλό σου… Η φίλη μου, η Κυριακή Γιαννούτσου, μου λέει ότι πονάει το πόδι της… Προσπαθώ να είμαι μόνιμα σε γκρουπάκια άλλων αθλητών κολλημένη από πίσω τους για να μειώσω το φόβο μου και κάπου εκεί, τη χάνω την Κυριακή…
Καθώς ξημέρωνε, η ανατολή ηλίου που αντίκρισα πάνω απ’ τα βουνά, νομίζω ότι δεν γίνεται ν’ αποτυπωθεί ούτε με λόγια ούτε με φωτογραφίες. Μαγεύτηκα! Έφτασα στο 15ο χιλιόμετρο, στο Καταφύγιο Μαυροβουνίου, όπου ήταν ο πρώτος σταθμός τροφοδοσίας, σε 2 ώρες και 8 λεπτά και μου λένε ότι είμαι η δεύτερη γυναίκα… Αυτό ομολογώ ότι μου ’δωσε θάρρος. Μετά από 6 χιλιόμετρα, στο 21ο, πατήσαμε την πρώτη κορυφή στα 2200μ., όπου αντικρίσαμε τις λίμνες Φλέγκα και κάπου εκεί με πέρασε η Στέλλα κι έτσι πλέον ήξερα ότι είμαι η τρίτη γυναίκα. Η θέα των λιμνών, μια μαγεία!
Από κει κι έπειτα, μέχρι το 38ο χιλιόμετρο ακολούθησε μια διαδρομή στην κυριολεξία σαν όνειρο… Σαν να ήμουν σε παραμύθι. Κατηφορικό κομμάτι στο Αρκουδόρεμα, ποτάμια, φύση, δέντρα τόσο ψηλά που έκρυβαν τον ουρανό και σου ’κοβαν την ανάσα απ’ την ομορφιά. Φτάνω στη Βοβούσα, στο 38ο χιλιόμετρο, σε 5 ώρες και 50 λεπτά, όπου ήταν και ο πρώτος μεγάλος σταθμός με τα dropbags να μας περιμένουν και απίστευτους εθελοντές να μας προσφέρουν τα πάντα, να γεμίζουν με δροσερό νερό τα φλασκιά μας, να μας σερβίρουν φαγητό, να μας κάνουν μασάζ σε όσους το χρειάζονταν, να χτυπάνε κουδούνες, μουσική δυνατά στο φουλ. Ένα τεράστιο πάρτυ! Αλλάζω όλα μου τα ρούχα, τρώω λίγα μακαρόνια, πίνω κόκα κόλα, παίρνω τα μπατόν μου απ’ το dropbag μου, μιλάω λίγο στους ανθρώπους της διοργάνωσης για το πώς το είχα ζήσει ως εκεί και έφυγα έχοντας ήδη στην πλάτη 38 χιλιόμετρα κι ακολουθούσε η δεύτερη μεγάλη ανάβαση προς την κορυφή Αυγό. Επτά χιλιόμετρα πολύ δύσκολα όσον αφορά την κλίση, αλλά με μια φύση και πηγές με νερά που έπινες δροσερό νερό και δεν χόρταινες.
Συνέχισα το ταξίδι μου και από το 45ο ως το 55ο κατηφόρισα προς τη Βάλια Κάλντα (Ζεστή Κοιλάδα). Από το 20ο χιλιόμετρο ως το 60ο, εκτός απ’ τους σταθμούς τροφοδοσίας, δεν είδα κανέναν άνθρωπο μπροστά μου… Η αλήθεια είναι ότι δεν κοιτάζω και πότε πίσω, όταν τρέχω. Θεωρούσα, λοιπόν, ότι τα 40 χιλιόμετρα τα είχα τρέξει εντελώς μόνη μου, διαχειρίστηκα το φόβο μου για τα ζώα και, όταν άκουγα θόρυβο μέσα απ’ τα δέντρα, σκεφτόμουν «μην κοιτάξεις να δεις τι είναι, δε σ’ ενδιαφέρει, ζώο θα είναι, δε θέλει να σου κάνει κακό, κάνε focus μπροστά και τρέχα όσο μπορείς». Είχα στο μυαλό μου όσες ώρες έτρεχα τη φράση ενός φίλου συναθλητή, του Τριαντάφυλλου Συλβέστρου, που μου είχε πει: «Να ’χεις στο νου σου, Ειρήνη, να δεις όσα πιο πολλά τοπία μπορείς, όσο είναι ακόμη μέρα…». Και προσπάθησα να το τηρήσω!
Στο 62ο χιλιόμετρο, λοιπόν, κάνω ένα μικρό λάθος και τρέχω κάποια μέτρα παραπάνω… Ωραίο λάθος όμως γιατί ξαφνικά απ’ τα δεξιά μου βλέπω ν’ ανεβαίνει (απ’ το σωστό σηματοδοτημένο μονοπάτι που εγώ δεν είχα ακολουθήσει) «άνθρωπος»… «Ωωωω!» αναφωνώ «άνθρωπος!» Δεν έχω μιλήσει τόσες ώρες με κανέναν. Ήταν ο συναθλητής μου Δημήτρης. Αμέσως του πιάνω κουβέντα, όαση μέσ’ τη μοναξιά μου. Βλέπω να πηγαίνουμε στον ίδιο ρυθμό και μου λέει ότι μ’ έχει μπροστά του σε όλη τη διαδρομή σχεδόν… Και δεν μίλαγες, βρε άνθρωπε; Χαχαχα. Πιάνουμε κουβέντα και μπιρι μπιρι φτάνουμε στο 68ο χιλιόμετρο, στον δεύτερο μεγάλο σταθμό, στη Μηλιά, σε 11 ώρες και 38 λεπτά. Έχουμε πάρει την απόφαση να τον πάμε μαζί τον υπόλοιπο αγώνα, παρέα, κι όσο αντέξουμε.
Εκεί στο σταθμό είδα και τον Γιώργο Λουφέκη, τον προπονητή της Κυριακής, και μου είπε ότι η Κυριακή έχει τεράστιο θέμα με το πόδι της, δεν είναι καλά, και μάλλον θ’ αναγκαστεί να τη σταματήσει για το καλό της. Τρώμε λίγο ζεστό τραχανά με τυράκι, ψωμί και φεύγουμε. Απ’ το 68ο ως το 75ο χιλιόμετρο ήταν άλλα 7 χιλιόμετρα απίστευτης ανηφόρας μέχρι την κορυφή Τζίνα, η κλίση ήταν τέτοια που νόμιζες θα πέσεις πίσω σαν βαρελάκι αν αφεθείς λίγο. Μετά, λίγη κατηφόρα και στο 80ο χιλιόμετρο πιάνουμε σταθμό Κατάρα, σε 14 ώρες και 16 λεπτά. Άλλος ένας υπέροχος σταθμός όσον αφορά εθελοντές κλπ. Ρωτάμε τους εθελοντές με τον Δημήτρη: «Περιμένετε ακόμη πολλούς αθλητές;» «Αν περιμένουμε;» λένε. «Είστε 37-38 θέση οι δυο σας στη γενική…» ΟΥΑΟΥ! Κολλάμε πέντε, δίνουμε χέρια, λέμε «είμαστε φοβερό τιμ», τρώμε καρπουζάκι και φεύγουμε με χαμόγελα. Η ώρα είναι ήδη 7:16 μ.μ. κι έχουμε ακόμη 20 δύσκολα χιλιόμετρα, αλλά νιώθουμε τόσο ενθουσιασμένοι που τίποτα δε μας σταματά.
Απ’ το 80ό ως το 84ο κατηφορίσαμε με πολύ καλό ρυθμό και κάπου εκεί άρχισε η τρελή ανηφόρα για το Ανήλιο. Μέσα εκεί, στο πυκνό δάσος, μας έπιασε η νύχτα. Βάζουμε πάλι φακούς στο κεφάλι. «Μη φοβάσαι», μου λέει ο Δημήτρης, «θα δεις τι όμορφα που θα είναι στην ησυχία του δάσους, με τους φακούς μας». Ξεκινάμε ανάβαση για Ανήλιο, δε μιλάμε καθόλου για να σώσουμε ενέργεια, οι ανάσες αρχίζουν να βαραίνουν. Φτάσαμε στο 90ο στην κορυφή σε 16 ώρες και 6 λεπτά, στις 9:06 μ.μ., φουλ νύχτα πλέον, τελευταίος σταθμός πριν τον τερματισμό. Το στομάχι μου δε δέχεται να κατεβάσει τίποτα και κρυώνω. Βάζω το αντιανεμικό μου, συνεχίζουμε με ηθικό ακμαιότατον όμως. Μετά την κορυφή του χιονοδρομικού του Ανηλίου, μέσα στη νύχτα, έχει ένα πάρα πολύ δύσκολο τεχνικό κατηφορικό κομμάτι που έπρεπε να έχεις δυνάμεις και μυαλό καθαρό γιατί, αν γινόταν κάτι εκεί, ήταν δύσκολα τα πράγματα. Σ’ αυτό το σημείο, τα μπατόν με βοήθησαν πολλές φορές να μην πέσω… Εκεί τα λάτρεψα. Τα τελευταία 10 χιλιόμετρα, λέμε, πάμε γερά, το ‘χουμε! Δύο χιλιόμετρα ακόμη για ν’ ανέβουμε στο Μέτσοβο, απίστευτα χιλιόμετρα, σκαλιά με κλίση, Οk… Και θυμάμαι τον Δημήτρη να μου λέει: «Ειρήνη, θα ξαπλώσω εδώ και πες τους να ’ρθουν να με πάρουν…».
Χαχαχα! Σιγά μην τα παρατήσουμε 2 χιλιόμετρα πριν στεφθούμε ουλτράδες! «Καμαρωτοί», του λέω «θα τερματίσουμε. Δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσουμε».
Με όση δύναμη μας έχει απομείνει, φτάνουμε στον τερματισμό στις 12:12 τα μεσάνυχτα, μας φοράνε αυτό το υπέροχο βαρύ μετάλλιο στο λαιμό και χαμογελάμε γι’ αυτήν την υπέροχη εμπειρία ζωής, που μόλις είχε λάβει τέλος. Δεν χρειάζονταν πολλά λόγια εκείνη την ώρα, μόνο χαμόγελο. Στον τερματισμό, με περίμεναν ο Γιώργος ο Λουφέκης, η Σίσσυ Γιαννέλου, ο Γιώργος, ο σύζυγος της Κυριακής, και φυσικά η ίδια η Κυριακή Γιαννούτσου, η οποία κούτσαινε –είχε τρέξει 68 χιλιόμετρα με ένα πόδι σε μόνιμο πόνο, αλλά το χαμόγελο της για τον τερματισμό μου και η αγκαλιά της ήταν τόσο ζέστη που ακόμη τη θυμάμαι.
19 ώρες και 12 λεπτά. ΝΑΙ! Είχα μόλις τερματίσει τον πρώτο μου υπερμαραθώνιο βουνού 100 χιλιομέτρων, με 5600 μέτρα υψομετρικής και στην 3η θέση γυναικών!
Τι άλλο να ζητήσω απ’ τη ζωή μου εκείνη τη στιγμή; Αν αυτό δεν ονομάζεται ολοκλήρωση και ευτυχία για τους κόπους μου, τότε τι;
Το έζησα με τον καλύτερο τρόπο, σ’ έναν υπέροχο τόπο, σε μια άρτια διοργάνωση απ’ τον μετρ του είδους, τον Νίκο Καλοφύρη που αγαπά και σέβεται το βουνό και τον τόπο του, με τους πιο γλυκούς εθελοντές και με υπέροχη παρέα. Εμπειρία ζωής τα 100 χιλιόμετρα, Ανυπομονώ για το επόμενο.
Τέλος, επειδή είμαι ένας άνθρωπος που προπονούμαι χωρίς προπονητή, νιώθω ότι θέλω να ευχαριστήσω κάποιους ανθρώπους που έχω γνωρίσει και μ’ έχουν βοηθήσει καλύτερα από οποιονδήποτε προπονητή. Αυτοί είναι οι συναθλητές μου: Περικλής Οικονόμου, Θρασύβουλος Τσίπης και Αλέξης Λυμπέρης, με τους οποίους πέρασα ατελείωτες προπονητικές ώρες στην Πάρνηθα. Ανέχονται τους ρυθμούς μου και την γκρίνια μου στις προπονήσεις και παράλληλα ακούω πάντα τις συμβουλές τους καθότι είναι πιο έμπειροι δρομείς. Τον Βαγγέλη Πλεύρη για τις πολλές συμβουλές του σε πολλά θέματα διαχείρισης ενός ultra αγώνα και τέλος, τους πολύ πολύ κοντινούς μου φίλους (δρομείς και μη), τον αδελφό μου Μιχάλη και τα παιδιά μου.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που ανέφερα, αγωνιούσαν από μακριά και περίμεναν να φτάσει η ώρα του τερματισμού μου για να μπορέσουν να κοιμηθούν ήσυχοι. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ήταν δίπλα μου, μέσα μου, αυτές τις 19 ώρες, ήξερα ότι με περίμεναν κι αυτό μου ’δινε αστείρευτο κουράγιο. Τους αγαπώ και περιμένω πώς και πώς τον επόμενο Ultra αγώνα να τους ξενυχτίσω και πάλι!
• Photo Credits: GO Experience
• H εμπειρία της Ειρήνης πρωτοδημοσιεύθηκε στο τεύχος 23 του free press περιοδικού “iRun …and i am free”, τον Οκτώβριο του 2019