Η αληθινή ιστορία του κυρίου Δημήτρη Χρόνη, της ευγενικής αυτής φυσιογνωμίας ανθρώπου που συναντάμε σε πολλούς αγώνες, ενέπνευσε τους δημιουργούς του νέου σποτ της μεγάλης ασφαλιστικής εταιρίας.
Η σημερινή ανάρτηση του βίντεο από τα social media της εταιρίας συνοδεύεται από το λιτό αλλά μεστό κείμενο: «Η αληθινή ιστορία του κυρίου Χρόνη μας υπενθυμίζει πως όταν έχεις κάποιον να σε στηρίζει και όσο συνεχίζεις να βάζεις το ένα πόδι μπροστά από το άλλο, πάντα θα φτάνεις εκεί που θέλεις…».
Γιατί η ζωή είναι πάντα μπροστά!
Ο κύριος Δημήτρης μεταξύ άλλων αγώνων και μαραθωνίων, έχει συμμετάσχει τρεις φορές στο διεθνή υπερμαραθώνιο “ΣΠΑΡΤΑΘΛΟΝ” (πρώτη φορά το 2017 σε ηλικία 66 ετών) και τις δύο από αυτές τον έχει ολοκληρώσει επιτυχώς!
• Δείτε το βίντεο που μας συγκίνησε και διαβάστε παρακάτω τα λόγια του μετά τη δεύτερη επιτυχημένη προσπάθειά του, στο Σπάρταθλο του 2019:
Δημήτριος Χρόνης: Στην «αγκαλιά» του Λεωνίδα
Μέχρι σήμερα, μετά το πέρας της σωματικής και ψυχικής προετοιμασίας, βίωνα όλους τους αγώνες μικρούς και μεγάλους, σαν μια αθλητική γιορτή. Ωστόσο, φτάνοντας στις 27 Σεπτεμβρίου 2019 με την 3η συμμετοχή μου στο ΣΠΑΡΤΑΘΛΟ αναθεώρησα ως ένα βαθμό τις απόψεις μου.
Δεν το είχα συνειδητοποιήσει ούτε στην 1η μου επιτυχημένη συμμετοχή στο ΣΠΑΡΤΑΘΛΟ με τα πρωτόγνωρα συναισθήματα ευφορίας, ούτε και στο 2ο αγώνα όπου εγκατέλειψα στο 159,5 χλμ, στη βάση του βουνού όπου αισθάνθηκα πίκρα και απογοήτευση. Ήταν όμως δύο λιθαράκια που δημιούργησαν αυτό που έζησα στο 3ο ΣΠΑΡΤΑΘΛΟ μου. Να καταφέρω να περάσω από την «κόλαση» και να φτάσω στον «παράδεισο».
Δε θα σταθώ στα πολλά θετικά και λίγα αρνητικά της διοργάνωσης του αγώνα. Θα μείνω στην προσωπική μου εμπειρία. Λέμε ότι ο Μαραθώνιος αρχίζει μετά το 32ο ή το 35ο χλμ. Λέω ότι το ΣΠΑΡΤΑΘΛΟ αρχίζει μετά τη Νεστάνη. Από εκεί άρχισαν για μένα οι μεγάλες δυσκολίες και τα προβλήματα μέχρι να καταλήξω στον προτελευταίο σταθμό της γέφυρας του Ευρώτα στο 245 χλμ του αγώνα. Σταθμός Νεστάνης: 171,5 χλμ.
Έφυγα στις 7:18 π.μ. με την ανατολή 12 λεπτά πριν κλείσει. Είχε προηγηθεί μία ζεστή μέρα που μας τσάκισε και μία νύχτα με καλές μεν συνθήκες, αλλά που έπρεπε να διαχειριστεί κανείς τη νύστα, να ανέβει τις δύσκολες ανηφόρες μετά τη Λύρκεια και να περάσει το όρος Αρτεμίσιο. Ακολούθησαν τα 74 χλμ «κόλασης». Σε αυτό συντέλεσαν κυρίως 4 στοιχεία. Πρώτα η ζέστη. Ύστερα το σώμα μου που άρχισε να καταρέει. Αποδείχθηκε ότι ήταν προετοιμασμένο μέχρι αυτό το σημείο.
Τρίτο ήταν το άγχος που με κατέβαλε για μεγάλο διάστημα λόγω της πίεσης του χρόνου να προλάβω το κλείσιμο αρκετών σταθμών. Έπρεπε να τρέχω συνεχώς χωρίς να έχω την πολυτέλεια του βαδίσματος (εκτός από τις μεγάλες ανηφόρες μετά τη Μανθηρέα). Και το τέταρτο, ήταν η άρνησή μου στη λήψη κυρίως στερεάς τροφής, που σήμαινε ελαχιστοποίηση της προσλαμβανόμενης ενέργειας. Το αντιστάθμισμα, στα παραπάνω αρνητικά στοιχεία ήταν… η «αγκαλιά» του Λεωνίδα, που είχε καρφωθεί στο μυαλό μου, η σκέψη των δικών μου ανθρώπων, οι φιλότιμες προσπάθειες για τη σωματική και ψυχολογική ενίσχυση από το support μου, τους φίλους και τους εθελοντές των σταθμών.
Θα σταθώ σε ένα περιστατικό στο σταθμό του μνημείου των 118, στο 223 χλμ. όπου έφτασα 10 λεπτά πριν το κλείσιμο. Ένας εθελοντής για να με εμψυχώσει μου φώναξε: «Άντε τα κατάφερες, άλλα 23 χλμ. απομένουν. Ένας ημιμαραθώνιος είναι, τίποτα για σένα».
Μου «κόπηκαν» τα γόνατα… και κόντεψα να λιποθυμήσω από απελπισία και αβεβαιότητα για τον τερματισμό μου. Μόνο η ψυχή παρέμεινε προσηλωμένη στον Λεωνίδα. Έφτασα στη γέφυρα του Ευρώτα στις 18:28 λεπτά μετά μεσημβρίας 2 λεπτά πριν κλείσει ο σταθμός, όπου με υποδέχθηκε συγκινημένη η κυρία Ιόλη Σταματοπούλου και ο… «παράδεισος».
Ένιωσα υπέροχα. Με τον Μανώλη και την Αναστασία να κρατούνε πάνω μου την ελληνική σημαία, νιώσαμε την αγάπη του κόσμου με την απίστευτη υποδοχή που μας έκαναν.
Και ο βασιλιάς Λεωνίδας, με πήρε στην αγκαλιά του…